Скачать книгу

ΚΑΙ ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΤΟ ΓΛΩΣΣΙΚ0 ΖΗΤΗΜΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

ΛΕΚΑΣ ΑΡΒΑΝΙΤΗΣ, ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΗΣ ΞΑΝΑΤΥΠΩΜΑ ΑΠΟ ΤΟ «Ν Ο Υ Μ Α»ΑΘΗΝΑ 1907

      Τύποις του αυστριακού Λόυδ εν Τεργέστη.

      Το μικρό μου τούτο έργο πρωτοτυπώθηκε στο «Νουμά» μ' αρκετά μεταφραστικά μου λάθια. Με πολλή του υπομονή και καλοσύνη ένας φίλος – που προτιμώ να μην ονοματίσω – αναδέχτηκε να μου τα διορθώσει, και το φίλο μου αφτόν παρακαλώ να δεχτεί το αφιέρωμα του έργου μου ως αδερφοσύνης σημάδι.

***

      Με τα έθνη τα πολιτισμένα που λέμε βρίσκεται δίπλα στις ντοπιολαλιές και μια γλώσσα κοινή, βγαλμένη συνήθως μέσα από τα σπλάχνα τους. Είναι είδος ιδανικός κανόνας που καρτερούμε πως ως προς τη γραφή θα συμμορφώνεται μαζί του το σύνολο του λαού κι' ως προς τη λαλιά οι γραμματισμένοι τουλάχιστο· αληθινά όμως περιοριζόμαστε στο ναν τον κυνηγούμε μοναχά τον κανόνα, κι' η ζωή δείχνει παντού πολυποίκιλα ζυγωμού σκαλοπάτια.

      Πιο ομιόμορφη κι' ομαλή φαίνεται πάντα η κοινή ότα γράφεται. Εδώ ο κύκλος που παραχωρεί ο κόσμος στις ντοπιολαλιές ή στην ατομικιά όρεξη είναι στενώτατα χαραγμένος. Μπορεί ίσως η κοινή – που παντού πηγάζει από τούτο, πως της λαλιάς μερικούς αρεστούς τύπους τους αναγνώρισε ο κόσμος και μέσο της γραφής τους κύρωσε ως πρότυπο πλατύτερου και γενικώτερου συναγρικημού – μπορεί ίσως, καθώς περνούν καιροί κι' αθρώποι, να άλλαξε η κοινή βαθιά· αδιάφορο, εσένα του ενός που γράφεις η επιρροή του παιδικού σου σκολιού όλη σου τη ζωή σου στέκει φρουρός μ' ένα της «Αφτό πρέπει!» και κάθε συνέγλωσσος έχει το νου του, πιος πολύ πιος λίγο, να μην παρακαταπατιούνται οι γραφικοί της εποχής του κανόνες.

      Αλλιώτικο όμως είναι στην εφαρμογή εκείνο το είδος η κοινή που συνηθίζεται με τους μορφωμένους ότα συναγρικιούνται είτε μεταξύ τους – στο σκολιό, στην εκκλησιά, στη βουλή κτλ. – είτε με το λαό. Το είδος αφτό σε κάθε τόπο είναι κάτι άστατο και πολυμετάβλητο. Όσο κι' α χτίστηκε ίσως της κοινωνικιάς αφτής σειράς η ζωντανή γλώσσα με τον ξαπλωμό πρώτα της γραφτής και την επιρροή της μορφής της, όσο κι' αν αγωνίζεται ο γραμματισμένος όλη του πες τη ζωή να συμμορφώνεται με τον κανόνα της, πάλι μόλις σπάνια κατορθώνει ξακολουθητικά να στέκει στη διπλανή γειτονιά της. Πάντα η λαλιά της πατρίδας του πρώτα ή των διαλεχτικών νομών όπου έζησε τόνε συνεπαίρνει λίγο ή πολύ, α θες μάλιστα πολύ ορμητικώτερα παρ' ό,τι φαντάζεται. Έπειτα στην καθημερνή του μιλιά αλαργέβει γενικά από τη γραφτή μακρύτερα παρ' ό,τι ότα ρητορέβει· κι' εκεί πάλι θαν του παρατηρήσεις διαφορές λόγου κατά πώς τύχει να μιλά ή με γραμματισμένο ή με άθρωπο απλοϊκό.

      Είπαμε πώς η γραφτή ενός έθνους είναι καθόλου πιο ομαλή κι' ομιόμορφη παρά των γραμματισμένων η κοινή μιλιά· ως τόσο κάθε χωριστή ντοπιολαλιά είναι πάντα ακόμα πιο ομιόμορφη. Και φυσικά, αφού εδώ λιγώτερο κυβερνά συνειδητός κανόνας παραγμένος από πόλεμο ανταγωνιστικών αφορμών και συντηρημένος από τέτιον πόλεμο· εδώ σκοπός ξάστερα δεν υπάρχει άλλος παρά πώς να σε νιώσει ο διπλανός σύντροφός σου.

      Η ζωντανή γλώσσα ενός λαού αδιάκοπα όλο ξετυλίγεται και μεταμορφώνεται. Όσο δεν καταντά σκλάβα γραφτής, αμπόδια άξια λόγου, καταστρεπτικά του σκοπού της ως μέσου ανταλλαγής στοχασμών, δεν προβάλλουνε. Γιατί κάθε ώρα και στιγμή αναγκαστικά ως προς αφτό το σκοπό της δοκιμάζεται η γλώσσα, κι' ό,τι σκουριασμένο τον ενοχλεί καιρό πολύ δε φελά· με το θάνατο συνήθως των μερικών που το διαφεντέβουν ξαφανίζεται κι' αφτό μοναχό του.

      Δεν είναι όμως έτσι με τα γραφτά τα ιδιώματα. Τα λαλημένα σβύνουν, τα γραμένα όμως στέκουν και πολλά χρόνια κατόπι διαβάζουνται ακόμα κι' εντυπώνουνται. Φυσικό έτσι είναι να γίνεται ο λόγος σταθερώτερος κι' η γραφτή να μένει συντηρητικιά. Γιατί στον προσκολλημό με το πρότυπο – με ό,τι αναγνωρίστηκε ως κανόνας και ξάπλωσε – βασίζεται μαθές όλο της το κράτος.

      Όμως εδώ δεν εφαρμόζεται η αρχή Imperium facile eis artibus retinetur quibus initio partum est (μ' όπιες τέχνες στην αρχή χτίζεις κράτος, με τέτιες έφκολα το συντηράς). Α θέλει η γραφτή να μείνει πιστή στον προρισμό της ως μέσο συναγρικητικό κάθε κοινωνικιάς σειράς κι' έτσι να στυλώσει το κύρος της, πρέπει την απόστασή της από τη λαϊκιά γλώσσα που αιώνια ξετυλίγεται ναν την περιορίζει. Δεν πρέπει να ξεσυντροφιάζει με τα κάτου, παρά να ρήχνει – τουλάχιστο από καιρό σε καιρό – μέρος του θησαβρού της και να δανείζεται από τη λαϊκιά λαλιά. Στους γραμματισμένους του έθνους, μάλιστα στους γραφιάδες ως φυσικούς φρουρούς της γραφτής, πέφτει η φροντίδα ώστε κάθε ξαναδέσιμο και καινούργιωμα να γίνεται στη σωστή του ώρα και ταιριαστά. Αν αμελούν, όπως έφκολα τυχαίνει σ' εποχές σφοδρών ανταγωνισμών του κοινωνικού οργανισμού ή σ' ε π ο χ έ ς ξ ε π ε σ μ ο ύ τ η ς δ ι α ν ο η τ ι κ ι ά ς ζ ω ή ς ε ν ό ς έ θ ν ο υ ς, τότες ανοίγει βάραθρο μεταξύ των διο γλωσσικών ειδών, β ά ρ α θ ρ ο π ο υ ω ς τ ώ ρ α π ά ν τ α π λ ή γ ω σ ε β α θ ι ά ο λ ό κ λ η ρ η τ ο υ έ θ ν ο υ ς τ η δ ι α ν ο η τ ι κ ι ά π ρ οκ ο π ή. Εδώθες, ο κάτου λαός δε νιώθει πια τότες τη γραφτή του γλώσσα και πρέπει σαν ξένη – του κατάντησε μαθές αληθινά ξένη – ναν τη μαθαίνει, μήτε οι λίγοι όσοι το κατορθώνουνε φτάνουν αληθινά ως σε σωστό εσωτερικό δεσμό μαζί της. Εκείθες πάλι, και για τους γραμματισμένους τέτια γραφτή, που καιρό δεν της πήγαν πια από φυσικές λαλιές χλωροί χυμοί, ολοένα χάνει την καλύτερη της αξία. Ρέβοντας πάντα και κοκκαλιάζοντας ξακολουθεί α θες χρήσιμη για να παρασταίνει σωστά ποικίλες έννοιες – ως υπαλληλικό ας πούμε όργανο ή επιστημονικό –

Скачать книгу