ТОП просматриваемых книг сайта:
Quo Vadis. Генрик Сенкевич
Читать онлайн.Название Quo Vadis
Год выпуска 0
isbn
Автор произведения Генрик Сенкевич
Жанр Зарубежная классика
Издательство Public Domain
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟΝ
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Α'
Ο Πετρώνιος εξύπνησε περί την μεσημβρίαν και, κατά το σύνηθες, ήτο πολύ κουρασμένος. Την παραμονήν, εις τα ανάκτορα του Νέρωνος, είχε παρακαθήσει εις συμπόσιον.. Από τινος χρόνου η υγεία του δεν ήτο τόσον καλή και αι αφυπνίσεις του ήσαν περισσότερον επίπονοι. Πάντοτε όμως το πρωινόν λουτρόν και μία καλή εντριβή επετάχυνον την νωθράν κυκλοφορίαν του αίματός του και ανεζωογόνουν τας δυνάμεις του τόσον πολύ, ώστε εξήρχετο από τον λουτρώνα ως ανανεωμένος με λάμποντας οφθαλμούς και τόσον γοητευτικός, ώστε ούτε αυτός ο Όθων θα ηδύνατο να συγκριθή με αυτόν. Όλη η Ρώμη τον ωνόμαζε «βασιλέα της κομψότητος».
Την επομένην λοιπόν του συμποσίου εκείνου, κατά το οποίον είχε συζητήσει με τον Νέρωνα, τον Λουκιανόν και τον Σενέκαν περί του ζητήματος, εάν η γυνή έχη ψυχήν, ήτο εξηπλωμένος επί ανακλίντρου εντριβών σκεπασμένου με χιονόλευκον τάπητα εξ αιγυπτιακού βύσσου, δύο δε ρωμαλέοι υπηρέται του λουτρώνος, με χείρας βρεγμένας εις το έλαιον του εμάλασσον τους μυς. Με κλειστούς οφθαλμούς ανέμενεν όπως η θερμότης του ελαίου ομού με την θερμότητα των χειρών των εισδύση εντός του σώματός του και αποδιώξη την κούρασίν του.
Τέλος ήνοιξε τους οφθαλμούς και του ανήγγειλαν ότι ήλθε να τον επισκεφθή ο Μάρκος Βινίκιος.
Ο Πετρώνιος διέταξε να εισαγάγουν τον επισκέπτην εις τον θερμόν λουτρώνα, όπου μετ' ολίγον μετεφέρθη και αυτός. Ο Βινίκιος ήτο υιός της πρεσβυτέρας αδελφής του, νυμφευθείσης άλλοτε κάποιον Μάρκον Βινίκιον, πρόσωπον της υπατείας επί της εποχής του Τυβερίου.
Ο νεαρός ανήρ υπηρέτει τώρα υπό τας διαταγάς του Κορβούλωνος, εκστρατεύσαντος εναντίον των Πάρθων, και, λήξαντος του πολέμου, επανήρχετο εις την Ρώμην. Ο Πετρώνιος ησθάνετο δι' αυτόν κάποιαν αγάπην, διότι ο Μάρκος ήτο νέος με ωραίαν διάπλασιν και με αθλητικόν σώμα, εγνώριζε δε να διατηρή κατά τας καλλιτέρας αισθητικάς την αβρότητα εκείνην, την οποίαν ο Πετρώνιος εθεώρει ανωτέραν του παντός.
– Χαίρε, Πετρώνιε, είπεν ο νεανίας. Είθε οι Θεοί να σου δωρήσουν πάσαν ευτυχίαν και ονομαστί η Ασκληπιάς και η Κύπρις!
– Καλώς ήλθες εις την Ρώμην και είθε να αναπαυθής μετά τον πόλεμον, απεκρίθη ο Πετρώνιος, αποσύρων την χείρα από τας πτυχάς του λεπτοϋφούς σκεπάσματός του. Τι νέα από την Αρμενίαν; Κατά την διαμονήν σου εν Ασία, επήγες διόλου μέχρι Βιθυνίας;
Ο Πετρώνιος, περίφημος ήδη διά τον εκτεθηλυμένον χαρακτήρα του και την αγάπην του προς τας απολαύσεις, είχε χρηματίσει άλλοτε διοικητής της Βιθυνίας – διοικητής δραστήριος και δίκαιος. – Ανεμιμνήσκετο λοιπόν ευχαρίστως την εποχήν εκείνην.
– Επήγα εις την Ηράκλειαν, όπως εγείρω οχυρώματα μετά του Κορβούλωνος, απήντησεν ο Βινίκιος, και ήρχισε ν' ομιλή περί του πολέμου.
– Και ευτυχώς δεν προσεβλήθης από τα βέλη των Πάρθων, κατά τον πόλεμον αυτόν.
– Ναι· απήντησεν ο Βινίκιος, τα βέλη των Πάρθων δεν με επέτυχαν· επληγώθην όμως από εκείνα, που μου έρριψεν ο έρως όλως απροόπτως, εις μικράν απόστασιν από των πυλών της πόλεως.
– Μα τας λευκωλένους Χάριτας, θα μου διηγηθής την υπόθεσιν αυτήν! είπεν ο Πετρώνιος.
– Ηρχόμην ακριβώς διά να σε συμβουλευθώ.
Την ιδίαν στιγμήν εισήλθον θεράποντες και περιεστοίχισαν τον Πετρώνιον, έτοιμοι, να του προσφέρουν τας υπηρεσίας των διά το λουτρόν.
Ο Βινίκιος, αφού ευρέθη εις τον λουτρώνα, έλαβε και αυτός θερμόν λουτρόν.
Μετά το λουτρόν επέρασαν εις το βαλανείον1 αλλ' εκεί η προσοχή του Βινικίου προσειλκύσθη από τας θαυμασίας δούλας. Δύο εξ αυτών, μαύραι, ήρχισαν να αλείφουν με ανατολικά αρώματα το σώμα του Πετρωνίου· άλλαι, Φρυγιαναί, επιτήδειαι εις την τέχνην της κωμμώσεως, εκράτουν εις τα εύστροφα χέρια των κάτοπτρον εκ χάλυβος και κτένια· δύο άλλαι, Ελληνίδες κόραι από την Κω, ανέμενον την στιγμήν, καθ' ην θα επτύχωναν εις αγαλματώδεις γραμμάς τας τηβέννους των κυρίων των.
– Μα τον νεφεληγερέτην Δία, είπεν ο Βινίκιος, τι εκλεκτή συλλογή!
– Προτιμώ την ποιότητα από την ποσότητα, απήντησεν ο Πετρώνιος.
Ωραιότερα σώματα δεν θα εύρισκε κανείς ούτε εις του Χαλκοπώγωνος!
Εις ταύτα ο Πετρώνιος προσέθεσε.
Δεν είμαι τόσον εγωιστής, φίλε μου, ως ο Βάρσος, ούτε και τόσον αυστηρός, όσον ο Άουλος Πλαύτιος.
Ο Βινίκιος εγείρων ζωηρώς την κεφαλήν ηρώτησε:
– Πώς ενεθυμήθης τον Άουλον Πλαύτιον; Εξεύρεις, ότι διά να κτυπήσω την χείρα εις τας πύλας της πόλεως, έμεινα εις την οικίαν του δέκα πέντε ημέρας; Εκεί, ένας εκ των δούλων του, ιατρός, ο Μερίων, με εθεράπευσε. Περί τούτου ακριβώς ήθελα να σου ομιλήσω.
– Αληθώς; Μη τυχόν ερωτεύθης την Πομπωνίαν;… Σε οικτείρω. Ούτε νέα είνε ούτε ενάρετος!.
– Όχι την Πομπωνίαν, δυστυχώς!
– Ποίαν λοιπόν;
– Αν την εγνώριζον!.. Αλλά δεν γνωρίζω καν ακριβώς το όνομά της: Λίγεια ή Γαλλίνα; Την ονομάζουν Λίγειαν διότι κατάγεται εκ της χώρας των Λιγείων, αλλά το βαρβαρικόν της όνομα είναι Γαλλίνα. Τι παράδοξος οικία αυτή του Πλαυτίου.. Είναι πλήρης κόσμου και όμως έχει σιγήν ως τα άλση
1
Βαλανείον (ungtorium) ήτο θάλαμος εντός του οποίου οι λουόμενοι ηλείφοντο μύρα μετά το λουτρόν.